Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2006

Ο μάστορας και το φως!

Από ζωγραφική δεν ξέρω πολλά και ούτε θέλω να μπω και στα χωράφια της φίλης μου της Tamara (ποιός την ακούει μετά!) Αλλά δεν μπορώ να μην αναφερθώ στη μαστοριά του συμπατριώτη μου του El Greco .

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε το 1541 στο Φόδελε ένα μικρό χωριουδάκι κοντά στο Ηράκλειο αλλά έμελλε να δοξάσει το όνομα της Κρήτης,καθώς από τον 20ο αιώνα και μετά που εκτιμήθηκε το έργο του, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους όλων των εποχών.

Ξεκίνηση την καρριέρα του ως αγιογράφος επηρεασμένος από την περίφημη κρητική σχολή, αλλά και απο τον αναγγενησιακό αέρα που φύσαγε στην Βενετοκρατούμενη Κρήτη. Μα η πατρίδα του είναι μικρή και έτσι φεύγει για την Ιταλία όπου μαθητεύει κοντά στον Τισιανό και μελετάει τα έργα του Μιχαήλ Άγγελου και του Τιντορέτο. Μα οι περιπλανήσεις δεν έχουν τέλος για τον El Greco, που έτσι είναι ποια γνωστός. Καταλήγει στην Ισπανία, στο Τολέδο. Εκεί δημιουργεί το έργο που δεν εκτιμάτε όσο έπρεπε στην εποχή του, αλλά θα τον κάνει αργότερα πασίγνωστο. Πέθανε το 1641 και το έργο του έμεινε στην αφάνεια για τετρακόσια χρόνια. Δεν θέλω να αναφερθώ στο τι προσέφερε το έργο του Μαστροδομήνικου στη σύγχρονη τέχνη, θα αναφερθώ μόνο στη
σχέση του με το φως όπως την έχω εισπράξει βλέποντας τους πίνακες του. Αυτό το φώς που είναι σαν να σκίζει τον καμβά και που τόσο ξεχωριστά κάνει τα έργα του. Αυτό το φως που εισχωρεί παντού ακόμα και στα πιο βαθιά σκοτάδια και σμπαραλιάζει τα χρώματα.
Ε σε αυτό το φως ο El Greco είναι μάστορας!

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 01, 2006

Μαστοριά στην προστασία των μνημείων!

Ο βράχος της Ακρόπολης είναι ένα παγκόσμιο σύμβολο αλλά και προστατευόμενο μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς. Για να φτάσει όμως στην εποχή μας και να το χαιρόμαστε, πέρασε από 40 κύματα. Στην αρχαιότητα καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Πέρσες λίγο πρίν την ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ξαναχτίστηκαν τα μνημεία και έδωσαν στο βράχο την σημερινή λάμψη του αμέσως μετά
στα χρόνια που ακολούθησαν, που ονομάστηκαν και χρυσός αιώνας του Περικλή. Τα μνημεία παρέμειναν
άθικτα μέχρι την Ρωμαική εποχή. Οι Ρωμαίοι τα σεβάστηκαν. Με τους χριστιανούς αρχίζουν τα βάσανα της Ακρόπολης. Αρχίζουν να εξαφανίζονται όλα τα πολύτιμα στολίδια των κτιρίων, όπως εξαφανίζεται και το υπέροχο χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Ο Παρθενώνας γίνεται χριστιανικός ναός, με αλλαγές και παρεμβάσεις στη δόμή του.

Με την Οθωμανική κατάκτηση ο Παρθενώνας γίνεται τζαμί το 1456 και χτίζεται και ένας μιναρές σε μια γωνία του. Τα μάρμαρα της ακρόπολης γίνονται ασβέστης για τις οικοδομικές ανάγκες της εποχής. Το 1655 τα προπύλαια χτυπιούνται από κεραυνό και γκρεμίζεται ο ναός της Απτέρου Νίκης για να γίνει πυροβολείο.Το 1687 οι Βενετσιάνοι με τον Μοροζίνη, πολιορκούν την Αθήνα και βομβαρδίζουν την Ακρόπολη, ο Παρθενώνας που χρησιμεύει ως πυριτιδαποθήκη των Τούρκων, τινάζεται στον αέρα από ένα βλήμα και παθαίνει τεράστια ζημιά. Οι καταστροφές και οι λεηλασίες συνεχίζονται από όλους τους κατά καιρούς προσωρινούς κατακτητές. Το 1800 ένας απατεώνας άγγλος λόρδος,ο Έλγιν, κατορθώνει με διάφορα μπαξίσια που δίνει στους ηλίθιους τούρκους διοικητές και κλέβει πολλά γλυπτά από το διάκοσμο του Παρθενώνα και μια από τις Καρυάτιδες, που βρίσκονται σήμερα στο βρετανικό μουσείο για να καμαρώνουνε οι εγγλέζοι για τους κλεφτοκοτάδες λόρδους τους.

Οι καταστροφές ολοκληρώνονται κατά τη διάρκεια της επανάστασης στις διαδοχικές πολιορκίες της Αθήνας από Τούρκους και Έλληνες. Όμως όλος ο βράχος κινδύνεψε από τις υπονομεύσεις που έκαναν οι μηχανικοί του Κιουταχή με σκοπό να τινάξουν όλο το βράχο και τους πολιορκημένους μαζί. Από τους βομβαρδισμούς των τούρκων καταρρέει το Ερεχθείο. Όμως η Ακρόπολη ήταν τυχερή και γλύτωσε την ολοκληρωτική καταστροφή χάρη στον λαγουμιτζή Κώστα Χορμοβίτη.

Τον μαστοκωστή τον πρωτοσυναντάμε στο Μεσολόγγι να αχρηστεύει τους ευρωπαίους υπονομευτές και το σύγχρονο μηχανικό που διέθεταν με σπουδαγμένους μηχανικούς, οι δύο πασάδες πολιορκητές, ο Ιμπραήμ και ο Κιουταχής. Το όνομα του σιγά σιγά αποκτάει μεγάλη φήμη και οι πολιορκούμενοι τον συμβουλεύονται σε κάθε καινούργιο στρατήγημα των Τούρκων. Καταφέρνει να τινάξει στον αέρα το "βουνό" ένα πανούργο στρατήγημα των τούρκων που με αυτό θέλανε να καβαλήσουνε το τείχος και να βρεθούμε μες την πολιτεία.
Στην ηρωική έξοδο καταφέρνει να σωθεί και οι τούρκοι τον ξαναβρίσκουν μπροστά τους στην πολιορκία της Ακρόπολης.Τους χάλαγε τις στοές και όλες τι υπονομεύσεις, τους έκλεβε το μπαρούτι, άνοιγε πηγάδια και οι εκρήξεις τους δεν μπορούσαν να πειράξουν τον βράχο. Τους τίναζε μες τα ίδια τους τα λαγούμια.Χρυσό τον κάνει ο Κιουταχής να πάει με το μέρος του. Το βάρος του σε χρυσάφι πληρώνει να αποκτήσει έναν τέτοιο μάστορα. Μα εκείνος συνεχίζει το ιερό έργο του της σωτηρίας του σημαντικότερου μνημείου της ανθρωπότητας. Και βέβαια όλοι του το αναγνώρισαν, σπάνια αναφέρεται το όνομα του στα βιβλία της ιστορίας.

Και δεν θάπρεπε εκεί στα προπύλαια να είναι στημένο το αγαλμά του αγκαλιά με το
φτυάρι του σαν ελάχιστη ευγνωμοσύνη;

ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΚΩΣΤΑ ΧΟΡΜΟΒΙΤΗ!

Πέμπτη, Αυγούστου 31, 2006

Ο Μάστορας της Αγάπης!

Μια βλακεία post δεν φτάνει φυσικά για να τιμήσει το πολυδιάστατο ταλέντο και τη μοναδική διάνοια του Γιάννη Σκαρίμπα. Όπως είχε πει κι ο Διονύσης Σαββόπουλος σε ένα τραγούδι του κάποτε που είχε έμπνευση, " Δέκα λογιώ οι παλικαριές, οι εννιά να δραπετεύεις και οι αγάπες δυο λογιώ, στη μια καλογερεύεις" Αυτή τη τελευταία αγάπη είναι που υπηρέτησε με μοναδική αφοσίωση 91 χρόνια ο Γιάννης Σκαρίμπας και σ'αυτό ήταν μάστορας!

Έχει γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, νουβέλες, δοκίμια, θεατρικά, ιστορικά, καραγκιόζη, ποιήματα και πάντα οξυδερκείς σχολιασμούς για όλους και για όλα. Μα μόνο το παρακάτω ποίημα να έγραφε, θα ήταν αρκετό...


ΟΥΛΑΛΟΥΜ . . .

Ήταν σα να σε πρόσμενα Κερά
απόψε που δεν έπνεε έξω ανάσα,
κι έλεγα: Θάρθει απόψε απ' τα νερά
κι από τα δάσα.

Θάρθει, αφού φλετράει μου η ψυχή,
αφού σπαρά το μάτι μου σαν ψάρι
και θα μυρίζει ήλιο και βροχή
και νειό φεγγάρι . . .

Και να, το κάθισμά σου σιγυρνώ,
στολνώ την κάμαρά μας αγριομέντα,
και να, μαζί σου κιόλας αρχινώ
χρυσή κουβέντα:

. . . Πως – να, θα μείνει ο κόσμος με το "μπά"
που μ' έλεγε τρελόν πως είχες γίνει
καπνός και - τάχας - σύγνεφα θαμπά
προς τη Σελήνη . . .

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Νύχτωσε και δεν φάνηκες εσύ·
κίνησα να σε βρω στο δρόμο - ωιμένα -
μα σκούνταφτες (όπου εσκούνταφτα) χρυσή
κι εσύ με μένα.

Τόσο πολύ σ' αγάπησα Κερά,
που άκουγα διπλά τα βήματα μου!
Πάταγα γω - στραβός - μεσ' τα νερά;
κι εσύ κοντά μου . . .


!!!!!!!!!!!!!!!!!

Τα ζάρια στο Μάστορα!

Και ξαφνικά ο φορητός υπολογιστάκος μου άρχισε να κάνει ένα θόρυβο λες και πετάς τα ζάρια στο τάβλι. Άλλα όλη μέρα μιλάμε αυτή τη δουλειά. Όπου και νάσαι να νομίζεις ότι είσαι σε καφενείο και κάθε τόσο δώστου ...τα ζάρια στο μάστορα! Έτσι τι να κάνω θυμήθηκα και άλλες εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στο τάβλι και τις γράφω εδώ μήπως και τον ξορκίσω και ξαναγίνει ο παλιός, καλός, εργατικός υπολογιστής.

Η κορυφαία φράση βέβαια είναι ...Τα ζάρια στο μάστορα. Λέγεται με ταπεινότητα και με τα μάτια χαμηλά από τον χαμένο στον νικητή καθώς του δίνει τα ζάρια να ξεκινήσει νεο παιχνίδι.

Ταβλαδόρος, ταβλαντάς ή ταβλάκιας είναι αυτός που παίζει τάβλι.Το ταβλαδόρος συνήθως το χρησιμοποιούμε για να αποδώσουμε εύσημα. Μεγάλος ταβλαδόρος!

Του τάδωσε στα χέρια. Για πούλια που χτυπήθηκαν και βγήκαν εκτός του ξύλινου πλαισίου.

Όσο πιο βαθιά, τόσο πιο καλά. Όταν αφήνουμε ένα πούλι για να πιάσουμε άλλο πιο κοντά στη μάνα του αντίπαλου.

Ένα για να κρεμάω το καπέλο μου. Όταν ο παίκτης ξεκινάει με νίκη στο πρώτο παιχνίδι της παρτίδας.

Με το στόμα παίζεις; Μιλάς στα ζάρια; Όταν ο αντίπαλος φέρνει εκνευριστικά καλές ζαριές.

Τρύπια χέρια έχεις; Να φέρω τον κουβά; Τη σκάφη! Όταν ο αντίπαλος πετάει τα ζάρια έξω από το ξύλινο πλαίσιο.

Έλα στον παππού, στον θείο ή σε άλλα συγγενικά πρόσωπα. Για καμ του δόθε. Το χρησιμοποιούμε όταν πιάνουμε πούλι στο πλακωτό ή χτυπάμε στις πόρτες.

Dimble - Οι δυάρες

Μια, δυό, τρείς και ο Χατζηπετρής. Όταν παίζεις τις διπλές σου και με την τέταρτη πιάνεις πούλι του αντιπάλου.

Πάλι διπλές ήφερα; Εξιλέωση για τις διπλές που φέρνουμε.

Αυτό ούτε φυλακισμένοι δεν το παίζουνε. Για παιγνίδι που είναι σίγουρα χαμένο διπλό για τον αντίπαλο, αλλά επιμένει να παίζει χωρίς να εγκαταλείπει.

Αντε στη μαμά ! Όταν έχουμε χτυπήσει πούλι του αντιπάλου μας.

Μπα, βγάλαμε και μπάτσο; Oι ναυτικοί μας τον λένε Βατσιμάνη (από το αγγλικό watchman). Όταν ο αντίπαλος έχει φέρει πούλι κατά τη διάρκεια του πλακωτού με στόχο να μας πιάσει πούλι.

Αυτό θα πάει από πούλια. Δηλαδή θα χάσεις διπλό το παιγνίδι προσπαθώντας να βάλεις ακόμα πούλια μέσα.

Ζαράκιας , κωλόφαρδος κτλπ . Για τον αντίπαλο που φέρνει συνέχεια καλές ζαρίες.

Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Κι η ...αυτοκτονία το ίδιο!

Προσπαθώ να σκεφτώ μια πιο μαστορική αυτοκτονία από αυτή του Καρυωτάκη ! Θέλοντας να αυτοκτονήσει πήδηξε στα φουρτουνιασμένα νερά του Ιόνιου και όντας καλός κολυμβητής πάλεψε 8 ώρες με τα κύματα για να αποφασίσει ότι τελικά δεν γίνεται να πνιγεί. Βγήκε, πήρε ένα περίστροφο και πυροβόλησε το στήθος του...

Αυτή η βασανισμένη καρδιά του σταμάτησε να χτυπά...


Δεν ξέρω τι θάκανε τον Καρυωτάκη να αγαπήσει τη ζωή, η μαστορική μου ψυχή λέει ότι ένα καλό κορίτσι θα έφτανε. Να, έτσι ένα με πλούσιες καμπύλες. Από την άλλη, η ποιητική του διάνοια ίσως να είχε ραντεβού με το θάνατο ερήμην του...

Ο Καρυωτάκης είναι ένας εξαιρετικός ποιητής. Διάλεξα ένα ποίημα του να μοιραστώ μαζί σας, το "ΣΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΠΟΥ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ", είναι γραμμένο πριν από 80 χρόνια.


ΣΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΠΟΥ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Λευτεριά, Λευτεριά σχίζει, δαγκάνει
τους ουρανούς το στέμμα σου. Το φως σου,
χωρίς να καίει, τυφλώνει το λαό σου.
Πεταλούδες χρυσές οι Αμερικάνοι,
λογαριάζουν, πόσα δολάρια κάνει
σήμερα το υπερούσιο μέταλλό σου.

Λευτεριά, Λευτεριά, θα σ' αγοράσουν
έμποροι και κονσόρτια κι εβραίοι.
Είναι πολλά του αιώνος μας τα χρέη,
πολλές οι αμαρτίες, που θα διαβάσουν
οι γενεές, όταν σε παρομοιάσουν
με το πορτραίτο του Dorian Gray.

Λευτεριά, Λευτεριά, σε νοσταλγούνε,
μακρινά δάση, ρημαγμένοι κήποι,
όσοι άνθρωποι προσδέχονται τη λύπη
σαν έπαθλο του αγώνος, και μοχθούνε,
και τη ζωή τους εξακολουθούνε,
νεκροί που η καθιέρωσις του λείπει.

Της μαστοριάς το Χάνι!


Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν γιός του πιο μεγάλου αρματωλού που έβγαλε η Ρούμελη, του Ανδρίτσου. Πηγαίνοντας ο πατέρας του να ζητήσει βοήθεια από την Αικατερίνη της Ρωσσίας, τον πιάσανε οι Βενετσιάνοι στο Κάταρο και τον παρέδωσαν στους Τούρκους που τον έκλεισαν στα μπουντρούμια του Ναυστάθμου της Πόλης και εκεί τον σκότωσαν. Ορφανός ο Οδυσσέας, βρέθηκε στην αυλή του φοβερού Αλή Πασά και εκεί αντρώθηκε.
Ο Οδυσσέας βγήκε φτυστός ο πατέρας του. Κανείς δεν τον ξεπέρναγε στο σημάδι, στο τρέξιμο, στο λιθάρι, στο πήδημα και στη λεβεντιά. Τα μπράτσα του σίδερο. Μπορούσε να κρατάει δυο τράγους σηκωμένους έναν στο κάθε χέρι, όσο που οι άλλοι να τους γδέρνουν.
Να πως τον έβλεπε η λαική μούσα.

Σαν βράχος είν΄οι πλάτες του
σαν κάστρο η κεφαλή του
και τα πλατιά τα στήθια του
τοίχος χορταριασμένος.

Τον Μάρτη του 1821 που ξεκίνησε η επανάσταση ήτανε 31 χρονών. Στις 24 Απρίλη οι τούρκοι σούβλισαν στην Αλαμάνα, τον καλύτερο του φίλο, το πρωτοπαλίκαρο του,τον Θανάση τον Διάκο, έναν από τους ομορφότερους άντρες που γέννησε αυτός εδώ ο τόπος.
Το μόνο που σκέφτεται ο Οδυσσέας είναι η εκδίκηση. Μαζεύονται στο Χάνι της Γραβιάς πολλοί οπλαρχηγοί να δούν πως θα αντιβγούν στο ασκέρι του Ομερ Βρυώνη. Ο Αντρούτσος προτείνει να ταμπουρωθούν εκεί στο Χάνι. Οι υπόλοιποι τον λεν τρελλό. Ένα παλιόπραμα χτισμένο με πλίθες και λάσπη πως θα αντέξει στις επιθέσεις του εχθρού; Θα μας πάρεις όλους στο λαιμό σου Οδυσσέα με τη κακοκεφαλιά σου, εμείς θα πιάσουμε τα στενά, δεν καθόμαστε σαν τα ποντίκια μες στη φάκα.
Όσο το κουβέντιαζαν φάνηκαν στο βάθος τα τούρκικα μπαιράκια. Πετάγετε ο Ανδρούτσος πάνω λύνει τον κεφαλόδεσμο του, τον ανεμίζει με το αριστερό του χέρι.
-Λεβέντες όποιος θέλει να μπεί στο Χάνι μαζί μου, ας πιαστεί να χορέψουμε!
Κι αρχίζει το τραγούδι

Κάτω στου Βάλτου τα χωριά
Ξηρόμερο και Άγραφα
και στα πέντε βιλαέτια
βάλτε μπρε να πιούμε αδέρφια

Πρώτος πιάστηκε ο μπιστικός του ο τουρκαλβανός Μουσταφάς Γκίκας, αμέσως μετά ο Γκούρας. Πιάνονται σιγά σιγά κι άλλοι στο χορό, ο Παπαντρέας, ο Τράκας, ο Μάρος, ο Βουτούνης.

Εκεί είναι κλέφτες οι πολλοί
ούλοι ντυμένοι στο φλουρί
κάθονται και τρών και πίνουν
και την Άρτα φοβερίζουν

Βροντάνε τ΄άρματα και τα τζοβαιρικά που είναι φορτωμένοι σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής. Χορεύουν, τραγουδάνε και σφυρίζουν κλέφτικα. Η λεβεντιά παρασέρνει τη λεβεντιά. Μπαίνουν στο χορό οι Καπογιωργαίοι από το Ξηρόμερο, ο γοβγίνας από την Εύβοια, ο Ζαφείρης ο εφτανησιώτης, ο Καπλάνης, ο Κίρκος με τους Γαλαξιδιώτες.

Βρε τούρκοι κάνετε καλά
γιατί σας καίμε τα χωριά
Δώστε μας το Αρματολίκι
γιατί ερχόμαστε σα λύκοι.

Και όσο φουντώνει το κέφι όλο και περισσότεροι μπαίνουν στο χορό και έτσι χορεύοντας και τραγουδώντας μπήκαν στο Χάνι οι 118 ήρωες.
Κλείνουνε τα παράθυρα και τις πόρτες με ξύλα και με πέτρες, ανοίγουν με τα μαχαίρια τους τρύπες για τα ντουφέκια τους.
Φτάνουν οι τούρκοι και είναι πολλοί, μαυρίζει ο τόπος γύρω απ΄το Χάνι, κάνουν γιουρούσι γυμνώνοντας τα σπαθιά τους και νομίζει κανείς πως θα το γκρεμίσουν με τα χέρια τους και τις πλάτες τους. Μα το Χάνι ξερνάει φωτιά, μολύβι και θάνατο. Στρώνεται η γη με σκοτωμένους και λαβωμένους και τα βογγητά τους μπλέκονται με τις βροντές των τουφεκιών.
Πισωγυρίζει το γιουρούσι, σαστίζουν οι πασάδες, αυτό το παλιοχάνι μια μπουκιά πράγμα να πισωγυρίζει το ασκέρι τους;
Αφήνουνε τους άντρες τους να πάρουν μια ανάσα και ξαναδιατάζουν επίθεση. Ο Ομέρ Βρυώνης τάζει πέντε πουγγιά στον καθένα, στους πρώτους που θα πατήσουνε το Χάνι. Το τούρκικο ασκέρι χύνεται σαν ένας άνθρωπος να καταπιεί το Χάνι. Μα από μέσα η κλεφτουριά απαντάει με αλάνθαστο σημάδι. Το περικυκλώνουν και προσπαθούν με τσεκούρια και με πελέκια να σπάσουν τις πόρτες, να γκρεμίσουν τα ντουβάρια, να το τσακίσουν με τα σπαθιά. Τούρκοι και Έλληνες βρίζονται καθώς μια ανάσα τους χωρίζει. Η σκόνη και ο καπνός έχει σκεπάσει τα πάντα, μα το Χάνι συνεχίζει να ξερνάει θάνατο και είναι πιο δύσκολο για τους επιτιθέμενους να πλησιάσουν από τους σκοτωμένους που είναι ολόγυρα στο Χάνι. Για μια ακόμη φορά το γιουρούσι πισωγυρίζει. Αρχίζει να πέφτει το σκοτάδι. Πάνω από 300 τούρκοι είναι σκοτωμένοι και περισσότεροι απο 500 οι λαβωμένοι. Από τα παλικάρια του Ανδρούτσου, έξι άφησαν την ανάσα τους στο χάνι και τους θάβουν εκεί που έπεσαν οι δικοί μας. Οι πασάδες διατάζουν να ξεκουραστεί το ασκέρι και στέλνουν ανθρώπους στη Λαμία να φέρουν κανόνια σαν την μόνη λύση να πατήσουν αυτό το κάστρο της λευτεριάς.
Μες την ησυχία της νυχτας μονάχα τα βογγητά των πληγωμένων ακούγονταν και τα νυχτοπούλια. Ο Ανδρούτσος τους λέει ότι πρέπει να φύγουν, τρώνε τον ένα τοίχο με τα γιαταγάνια τους ώστε να φτάνει ένα σπρώξιμο να πέσει. Δυο ώρες πρί το ξημέρωμα με μια φωνή ξαχύνονται έξω από το χάνι και μπάινουν στο τούρκικο στρατόπεδο. Μέχρι να κατάλαβουν οι τούρκοι τι έγινε χάθηκαν οι ήρωες ανάμεσα στα σπαρτά και στο σκοτάδι. Το Χάνι της Γραβιάς και σαν ουσία για κείνη τη δύσκολη στιγμή της επανάστασης, αλλά και σαν σύμβολο παλικαριάς και θάρρους είναι γραμμένο στις καλύτερες σελίδες της ελληνικής ιστορίας.

"Μετα από τέτοια μαστοριά πως να μη θέλω όλους τους γιούς του κόσμου να τους λέγανε Οδυσσέα;"
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟ ΓΙΟ ΜΟΥ ΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ

Τρίτη, Αυγούστου 29, 2006

Η χαρά του Μάστορα!


Τα κορίτσια στη Μινωική Κρήτη είναι ψιλόλιγνα και τα φορέματα τους αφήνουν τα βυζάκια τους ακάλυπτα. Έχουν μακρυά μαύρα μαλλιά που τα δένουν ψηλά με κορδέλες και πιαστράκια, αφήνοντας μερικά κρουλάκια να παιχνιδίζουν στα μάγουλά τους.


Τα κορίτσια στη Μινωική Κρήτη χρησιμοποιούν οικολογικά προιόντα περιποίησης σώματος με βάση το ελαιόλαδο.Το δέρμα τους γυαλίζει όπως το χαιδεύει απαλά το μεσογειακό φως.

Τα κορίτσια στη Μινωική Κρήτη έχουν μεγάλα εκφραστικά μάτια και μεγάλες βλεφαρίδες. Κάνουν αποτρίχωση, βάζουν σκιά και μάσκαρα, λεπτένουν τα φρυδάκια τους, βάφουν τα χειλάκια τους και τα νυχάκια τους στα χέρια και τα πόδια.

Τα κορίτσια στη Μινωική Κρήτη φοράνε δαχτυλίδια, περίτεχνα περιδέραια, βραχιόλια στους καρπούς και αλυσιδίτσες στον αστράγαλο.

Τα κορίτσια στη Μινωική Κρήτη, χόρευουν, κυνηγούν, αθλούνται, τραγουδούν, μάθαινουν τοξοβολία, παίζουν με τους νεαρούς ταύρους στα ταυροκαθάρψια, και είναι ισότιμες με τους άντρες σε κάθε εκδήλωση της κοινωνικής ζωής.

Με τα κορίτσια της Μινωικής Κρήτης έχουμε για πρώτη φορά την εμφάνιση του είδους "Γυναίκα - Γυναίκα" στην ιστορία του HOMO SAPIENS.

"Αυτός μάστορας που μαστορεύει τη μηχανή του χρόνου, έχει καταφέρει κάτι ή τίποτε ακόμη;"

Περί Μαστοριάς γενικώς!



Η Επανάσταση του 21 είναι από τις πιο μεγάλες μαστοριές που έχουν γίνει σε αυτόν εδώ τον τόπο. Οπότε όπως καταλαβαίνεται θα μας δώσει πολύ υλικό για τις σημειώσεις μαστοριάς. Σκεφτόμουν με τι να ξεκινήσω και δεν βρήκα κάτι πιο κατάλληλο από την πολιορκία και την έξοδο του Μεσολογγίου. Μπορεί να φταίει ότι την ύμνησαν τόσο πολύ καλλιτέχνες σε όλο το κόσμο. Μα το σημαντικότερο είναι ότι το Μεσολόγγι το παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα όλη η προοδευτική Ευρώπη.


Σε μια εποχή που όλα τα επαναστατικά κινήματα είχαν πνιγεί στο αίμα, ένα αλωνάκι έστεκε όρθιο εκεί στην άκρη της στερεάς Ελλάδας και έβγαζε αυθάδικα τη γλώσσα του σε Τούρκους, Αιγύπτιους, Αλβανούς, Βασιλιάδες , Μέτερνιχ, αυλές ,τσάτσους και σε όλες τις σύγχρονες τεχνικές πολιορκίας εκείνου του καιρού. Και αυτό κράτησε ένα χρόνο. Οι εθελοντές λεβέντες που πολέμησαν στο Μεσολόγγι από όλο το κόσμο (πάνω από 30 εθνικότητες) και ο θάνατος του Λόρδου Βύρωνα κάνουν το Μεσολόγγι παγκόσμια προίκα της μαστοριάς και όχι μόνο ελληνική υπόθεση.
Η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου το 1822 είχε ευνοϊκή κατάληξη και έτσι όταν την άνοιξη του 25 οι Μεσολογγίτες είδαν πάλι τα τούρκικα μπαιράκια στον κάμπο τους , είπαν με ένα χαμόγελο, αγάντα παιδιά να τον φάμε και ετούτο το πασά για να προλάβουμε το Θέρος. Και ποια ήταν αυτή η φρουρά του Μεσολογγίου; κάτι μαυριδεροί φαμελιάριδες αγρότες, όλη μέρα στον κάμπο μέσα στις λάσπες του Αχελώου για ένα ξεροκόμματο και ότι δεν τους έπαιρνε ο Τούρκος ή οι ντόπιοι συνεργάτες τους , τους το'παιρναν τα κουνούπια και οι θέρμες. Όμως είχαν για αρχηγό τους τον Θανασάκη τον Ρεζηκότσικα, ένα παλικάρι σαν Κυπαρίσσι , που ήξερε αυτός να τους κάνει να πολεμάνε. Απέναντι από το Μεσολόγγι στάθηκε ο Κιουταχής, παλικάρι κι αυτός ψημένος μέσα στους καπνούς, στις μάχες που τόσα χρόνια πολέμαγε για τον Μωάμεθ του. Τον έστειλε ο Σουλτάνος , να υποτάξει αυτούς τους τρελοέλληνες (που καλύτερα να τους αφήνανε μονάχους τους να φαγωθούν μεταξύ τους στα σίγουρα) να μη ρεζιλεύουν άλλο τη Τουρκιά.
Από το Απρίλη μέχρι τον Δεκέμβρη του 1825 τα στρατεύματα του Κιουταχή αν κι είχαν φτάσει μιαν ανάσα από τις οχυρωμένες θέσεις των Ελλήνων λιώνανε. Και όχι μόνο λιώνανε, μα οι αντεπιθέσεις των γκιαούρηδων φτάσανε μέχρι το ορδί του Κιουταχή. Είδαν και έπαθαν οι 2000 της προσωπικής του φρουράς να τον προστατέψουν και να σώσουν τη φήμη τους. Ο Κιουταχής άνθρωπος της τιμής και ακέραιος πολεμιστής ,έφτιαξε το μνήμα του στο κέντρο του στρατοπέδου του ή που θα πάταγε το Μεσολόγγι ή θα τον θάβανε εκεί! Η φρουρά του Μεσολογγίου έχει ενισχυθεί εν τω μεταξύ από Σουλιώτες, Βαλτινούς, Μωραίτες και πολλούς Ευρωπαίους εθελοντές. Το σπάσιμο του αποκλεισμού είναι παιχνιδάκι και σε μια στιγμή με τον Καραΐσκάκη στις πλάτες του Κιουταχή, κανείς αναρωτιέται ποιος είναι στα αλήθεια ο πολιορκητής.


Μα οι λύπες δεν είχαν τελειωμό για τον Κιουταχή. Ο Σουλτάνος του στέλνει πεσκέσι τον Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου για βοήθεια, μα στην ουσία τον υποβιβάζει. Ο Ιμπραήμ ηγείται ενός σώματος 10000 ανδρών, του καλύτερα εκπαιδευμένου στρατού της ανατολής, από πρώην αξιωματικούς του Ναπολέοντα. Συμπληρωματικά έχει μαζί του ένα ισχυρότατο πυροβολικό και ένα μηχανικό ειδικευμένο στις υπονομεύσεις. Οι Έλληνες επισκευάζουν την υποτυπώδη οχύρωση και δίνουν πομπώδη ονόματα στα οχυρωματικά έργα. Ταυτόχρονα πολεμάνε, χτίζουνε, φτιάχνουν τη σκορδαλιά τους, βρίζουνε, γλεντάνε. Ο Ιμπραήμ επιθεωρεί τις θέσεις των Ελλήνων και λέει ειρωνικά στον Κιουταχή, καλά τόσους μήνες πολιορκίας γι'αυτή τη μάντρα; Σε μερικές μέρες θα τη χαλάσω. Η πολιορκία στενεύει. Οι μερικές μέρες γίνονται βδομάδες και οι βδομάδες μήνες. Ο βομβαρδισμός από το πυροβολικό είναι συνεχής. Οι επιθέσεις από τους τακτικούς του Ιμπραήμ καθημερινές. Αποκλείεται η λιμνοθάλασσα. Οι πολιορκημένοι δεν έχουν ούτε φαγητό ούτε πολεμοφόδια. Το νερό λιγοστό και γλυφό. Οι Τουρκοαιγύπτιοι πατάνε τις ντάπιες αρκετές φορές και στήνουν τα μπαιράκια τους, μα πάλι να λες και ανασταίνονται οι Έλληνες, τους απωθούν. Η πείνα, οι αρρώστιες , η αδυναμία, θερίζουν. Με τι κουράγιο πολεμάνε τόσους μήνες αυτοί οι άνθρωποι; Αρχίζουν να τρώνε ότι βρίσκουν, μέχρι ποντίκια. Βράζουν φύκια και πίνουν το ζουμί τους. Ο θάνατος απλώνεται βαριά σκιά πάνω από την πόλη. Κάποιοι τρώνε έναν πεθαμένο. Η λύση είναι μια και είναι στα στόματα όλων. Έξοδος. Η πείνα, η εξάντληση τους θολώνει το μυαλό αλλά η άμυνα είναι πεισματική μέχρι τέλος. Αποφασίζουν να σφάξουν τα γυναικόπαιδα και τους τραυματίες για να μπορέσουν οι υγιείς (μαύρη υγεία) να κάνουν χωρίς καθυστερήσεις την έξοδο και να γλυτώσουν. Ο μητροπολίτης Ρώγων Ιωσήφ βάζει το σώμα του μπροστά και με κατάρες τους συνεφέρνει. Τελικά οι τραυματίες μεταφέρονται στα πιο γερά σπίτια για την ύστατη άμυνα. Ο γερο Καψάλης γυρνάει όλο το βράδυ την πόλη με ένα φανάρι και καλεί όσους θέλουν έναν τιμημένο θάνατο, να τον ακολουθήσουν στην πυριτιδαποθήκη. Οι γυναίκες ανοίγουν τις κασέλες και δίνουν καινούργια καθαρά ρούχα στους πολεμιστές, οι ίδιες ντύνονται αντρικά. Ποτίζουν τα παιδιά με αφιόνι για να μη κλάψουν και προδώσουν την έξοδο. Και η έξοδος ξεκινάει το ξημέρωμα της Κυριακής των Βαΐων, το Πάσχα του 1926. Το αρχικό μπέρδεμα και τον αρχικό δισταγμό, το ακολουθεί η απόφαση για ζωή. 3000 χιλιάδες αποφασισμένοι έμπειροι πολεμιστές δεν είναι αστεία. Ποιος μπορεί εύκολα να τους αντιμετωπίσει; και ας είναι ζαλισμένοι, πεινασμένοι , κουρασμένοι. Δυο φάλαγγες των Ελλήνων που χτυπιούνται από παντού σκίζουν το εχθρικό στρατόπεδο με ορμή. Όπως ο βράχος σκίζει τα μανιασμένα κύματα. Η τρίτη φάλαγγα με τα γυναικόπαιδα οπισθοχωρεί πίσω στο Μεσολόγγι. Όσοι μπόρεσαν να φτάσουν στα βουνά απέναντι, άκουσαν τους τελευταίους ήχους της μάχης και είδαν τη λάμψη από τη δάδα του Γεροκαψάλη που φώτισε τον ελεύθερο κόσμο. Από τους 3000 πολεμιστές του Μεσολογγίου μόνο 1300 σώθηκαν. Από τα γυναικόπαιδα μόνο 7 Σουλιώτισσες με 4 παιδιά. Οι Τουρκοαιγύπτιοι άφησαν στο κάμπο πάνω από 5000 κουφάρια.

Άφωνος Μαστόρια!

Περί Κρητικής μαστοριάς!


"Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,
και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν
και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,
μα στο Kαλό κι εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν
και των Αρμάτω' οι ταραχές, όχθρητες και τα βάρη,
του Έρωτος οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη"

Όχι να παινέψουμε το σπίτι μας, αλλά Κρήτη είναι ευλογημένο μέρος. Ένας τόπος μαγικός απλωμένος καταμεσής στη ανατολική Μεσόγειο, πλήρους αυτάρκειας. Στην κρήτη θα βρείτε το καλύτερο λάδι, τα καλύτερα αμύγδαλα, τα καλύτερα ψάρια, τις καλύτερες παραλίες, τα καλύτερα πορτοκάλια, τα πιο νόστιμα κατσίκια, το καλύτερο κρασί,τα καλύτερα τυριά,τα καλύτερα παξιμάδια, το καλύτερο δίκταμο και τις ομορφότερες γυναίκες. Αυτό όμως που έκανε την Κρήτη ξεχωριστή, ήταν οι Άντρες της κι οι ποιητές της. Τα post περι κρητικής μαστοριάς θα έχουν μεγάλη συνέχεια. Σήμερα θα σας μιλήσω λίγο για τον παππού όλων των ριμαδόρων και των Κρητικών μαστόρων, τον Βιτσέντζο Κορνάρο και την πηγή κάθε Κρητικής έμπνευσης εδώ και 300 χρόνια, τον Ερωτόκριτο!

Ο Ερωτόκριτος εκδόθηκε γύρω στα 1700 σε άψογη κρητική ντοπιολαλιά και εξαιρετική ρίμα, με λατινικά στοιχεία. Σε greekglish όπως θα λέγαμε σήμερα! Ένα έργο που καθορίσε την νεοελληνική λογοτεχνία. Ο Παππούς με άφταστη μαστοριά απλώνει το μύθο του σε 10000 στίχους, περιγράφοντας ένα κοινωνικά απαγορευμένο έρωτα, ανάμεσα στο γιό ενός αυλικού τον Ερωτόκριτο και την μονάκριβη κόρη του βασιλιά την Αρετούσα. Επηρεασμένος από τα μεσαιωνικά μυθιστορήματα, τα ξεπερνάει σε σοφία και νοήματα, καθώς φέρνει το έργο στην εποχή του. Ο ερωτόκριτος είναι ένας ύμνος στις παναθρώπινες αλήθειες του Έρωτα, της Φιλίας, της Λεβεντιάς και της Μαστοριάς.

Να πως μας περιγράφει ο Παππούς τον Ερωτόκριτο

Ήτονε δεκοκτώ χρονών, μα'χε γερόντου γνώση,
οι λόγοι του ήσανε θροφή, κι η ερμηνειά του βρώση.
Kαι τ' όνομά του το γλυκύ Pωτόκριτον ελέγα',
ήτονε τσ' αρετής πηγή και τσ' αρχοντιάς η φλέγα
κι όλες τσι χάρες π' Oυρανοί και τ' 'Αστρι εγεννήσαν,
μ' όλες τον εμοιράνασι, μ' όλες τον εστολίσαν.

και να πως την Αρετούσα

Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,
και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.
Eγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ' εγρικήθη
πως για να το'χου' θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.
Kαι τ' όνομά τση το γλυκύ το λέγαν Aρετούσα,
οι ομορφιές τση ήσαν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν πλούσα.
Xαριτωμένο θηλυκό τως το'καμεν η Φύση,
και σαν αυτή δεν ήτονε σ' Aνατολή και Δύση.
Όλες τσι χάρες κι αρετές ήτονε στολισμένη,
ευγενική και τακτική, πολλά χαριτωμένη.

Το έργο αναπτύσσεται σε πέντε ενότητες, χωρίς ούτε στιγμή να κάνει κοιλιά, χωρίς ούτε στιγμή να σκεφτείς αυτό το κομμάτι είναι περισευούμενο ή αυτός ο στίχος δεν χρειαζόταν. Κάντε μια αναζήτηση στο ίντερνετ, όπου υπάρχει σε πολλά website ολόκληρο ή καλύτερα αγοράστε το και διαβάστε το μαζί με τον/την αγαπημένη σας.

Για να μη μπω στον πειρασμό να το κάνω post ολόκληρο, παραθέτω μόνο την περιγραφή της πρώτης νύχτας που πέρασε μαζί το ερωτευμένο ζευγάρι.

Σήμερον ας λογιάσουσιν, όσοι κι αν έχου' γνώση,
εκείνα που εγενήκασιν, ώστε να ξημερώσει.
Eγώ δε θέλω, και δειλιώ, να σας-ε πω με γράμμα,
τη νύκτα πώς εδιάξασιν, ίντά'παν, κ' ίντα 'κάμα'.
Mπορείτε από τα παρομπρός, που'χετε γρικημένα,
εσείς να τα λογιάσετε, και μη ρωτάτε εμένα.
Tά'πασι, τά μιλήσασι, κ' εις ό,τι κι αν εγίνη,
κιανείς δεν ξεύρει να το πει, μόνον οι δυό τως κείνοι.

Α ρε παππού είσαι απίστευτος!

Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006

Αφιέρωμα στο πινέλο!


Τα είδη των πινέλων!

Κονταροπίνελο.
Ειδικό πινέλο με σπαστή κεφαλή, που προσαρμόζεται σε οποιοδήποτε κοντάρι και σας επιτρέπει να προσεγγίσετε επιφάνειες που δεν μπορείτε με άλλο τρόπο. Για έμπειρους μαστόρους.

Στραβοπίνελο.
Πινέλο με μακρυά ξύλινη στραβή λαβή για δύσκολες καταστάσεις. Ο καλός μάστορας συνήθως του δίνει μόνος του τη γωνία που χρειάζεται. Οι μαθητευόμενοι να το χειρίζονται με ιδαίτερη προσοχή.

Πινέλα Οβάλ.
Πινέλα για λαδομπογιά με ισοκέφαλες τρίχες, συνήθως μαύρου χρώματος.

Πινέλα μαύρης τρίχας ή μελανούρια.
Πινέλα για ρεπουλίνες και λαδομπογιά με πολυεστερική κόλλα για αντοχή στους διαλύτες.

Πινέλα άσπρης τρίχας ή Σουηδέζες.
Πινέλα για πλαστικά και ακρυλικά χρώματα. Είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος πινέλου με τις περισσότερες εφαρμογές. Ακόμα και για να λαδώνεις το ταψί ή για περνάς με αυγό τα κουλουράκια.

Πολυπίνελα.
Πινέλα με με αποσπώμενη ανταλλακτική βούρτσα. Με πτυσσόμενη χειρολαβή,
διπλή θέση κεφαλής, εύκολη και γρήγορη αλλαγή κεφαλών.
Multiπίνελα επί το λαικότερον.

*Σημειώσεις Μαστοριάς από το προσωπικό σημειωματάριο του Μαστρομήτσου*

Μπόμπ ο Μάστορας!

Επιτέλους ήρθε κάποια στιγμή στη ζωή μας ένα καρτούν, που δικαίωσε τον κόσμο της μαστοριάς. Τόσα χρόνια ποιός να μας εκπροσωπήσει; Ο τεμπελχανάς ο Ντόναλντ ή ο θειός του ο τσιφούτης; Από την άλλη μεριά οι αμερικάνοι σούπερ ήρωες με τα κολάν, είναι πολύ σπιντάτοι ρε παιδί μου. Ο Ποπάυ είναι λίγο παρακμιακός με τα τατουάζ με τις άγκυρες άσε που η κοπέλα  του είναι ένα χάλι μαύρο. Ενώ ο Μπόμπ ο μαστοράκος (άνετα θα τον λέγανε και Μπάμπη) είναι σπαθί. Μέσα από τα σπλάχνα της απανταχού μαστοριάς. Είναι ένα λαικό παιδί με χρυσή καρδιά. Πάντα προσφέρει τη βοήθεια του απλόχερα. Όλοι τον αγαπάνε...ακόμη και τα εργαλεία του. Δεν παίρνει μίζες , δεν κλέβει στα υλικά και είναι πάντα συνεπής στην ώρα του, πάντα με το χαμόγελο. Μπράβο Μπάμπη!

Τρείς μαστόροι μαζεμένοι!


Έτσι για να χαλαρώσουμε ένα αριστουργηματικό - από πλευράς μαστοριάς - τραγούδι του Νίκου Ξυδάκη, που το τραγούδησε επίσης μαστορικά, η Ελευθερία Αρβανιτάκη.


Στο εστιατόριο που τρων τα συνεργεία

μπήκε το θέμα σου, έτσι, στ' αστεία.
Εφτά βοηθοί και τρεις μαστόροι
μαζί τους και οι σερβιτόροι.

Κι εσύ μαρσάρεις τα μποτάκια σου
σφυρίζεις με τα δυο χειλάκια σου,
ανάβεις τη μικρή και τη μεγάλη σκάλα
κι ούτε μας σκέφτεσαι μια στάλα.

Και με τα δυο σου πόδια, λάστιχα Πιρέλι
φεύγεις και χάνεσαι, γλυστράς σαν χέλι.

Στο εστιατόριο που τρων τα συνεργεία
μπήκε το θέμα σου, έτσι, στ' αστεία.
Εφτά βοηθοί και τρεις μαστόροι
μαζί τους και οι σερβιτόροι.

Κοίτα τα φρένα, το τιμόνι σου,
δεν θα τα καταφέρεις μόνη σου.
Έλα σε μας και μη σε μέλλει,
μη σε νοιάζει.Έλα, μας τρώει το μαράζι.

Είμαστε εφτά βοηθοί και τρεις μαστόροι
μαζί μας είναι και οι σερβιτόροι.

Μπράβο Μαστόρια!

Σαρανταπέντε μάστοροι και ένας Πρωτομάστορας!

Εντάξει! Η παράδοση είναι παράδοση και το δημοτικό τραγούδι του γεφυριού της Άρτας καθώς και παραλλογές του αντανακλούν και τις δυσκολίες του εγχειρήματος...

Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες γιοφύριν εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν.Μοιρολογούν οι μάστορες και κλαιν οι μαθητάδες."Αλίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας,ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται."Πουλάκι εδιάβη κι έκατσεν, αντίκρυ στο ποτάμι,δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σα χελιδόνι,παρά εκελάηδε κι έλεγε ανθρώπινη λαλίτσα:" αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνεικαι μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη,παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα,που έρχεται αργά τ' αποταχύ και πάρωρα το γιόμα."Τ' άκουσ' ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ' αηδόνι.Αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα,αργά να πάει να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι.Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε:"Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα,γοργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι."Να τηνε κι εμφανίστηκε από την άσπρη στράτα.Την είδ' ο πρωτομάστορας, ραγίζεται η καρδιά του.Από μακριά τους χαιρετά κι από κοντά τους λέει:"Γειά σας χαρά σας μάστοροι και σεις οι μαθητάδες,μα τι έχει ο πρωτομάστορας και είναι βαργομισμένος;""Το δαχτυλίδι του 'πεσε στην πρώτη την καμάρακαι ποιός να μπει και ποιός να βγει, το δαχτυλίδι να 'βρει;""Μάστορα, μην πικρένεσαι κι εγώ να πά' σ' το φέρω,εγώ να μπω, εγώ να βγω, το δαχτυλίδι να 'βρω."Μηδέ καλά κατέβηκε, μηδέ στη μέση πήγε."Τράβα καλέ μ' τον άλυσο, τράβα την αλυσίδα,τι όλον κόσμο ανάγειρα και τίποτας δεν βρήκα."Ένας πηχάει με το μυστρί κι άλλος με τον ασβέστη,παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο."Αλίμονο στη μοίρα μας, κρίμα στο ριζικό μας!Τρεις αδερφάδες ήμαστε κι οι τρεις κακογραμμένες.Η μια 'χτισε το Δούναβη κι η άλλη τον Αφράτηκι εγώ η πιο στερνότερη της Άρτας το γιοφύρι.Ως τρέμει το καρυόφυλλο, να τρέμει το γιοφύρικι ως τρέμουν τα δεντρόφυλλα, να πέφτουν οι διαβάτες.""Κόρη, το λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δώσε,που 'χεις μονάκριβο αδελφό, μη λάχει και περάσει."Κι αυτή το λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δίνει."Αν τρέμουν τ' άγρια βουνά, να τρέμει το γιοφύρικι αν πέφτουν τ' άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες,'τί έχω αδερφό στην ξενιτιά, μη λάχει και περάσει.

Αλλά από την δυσκολία της κατασκευης μέχρι 45 μάστοροι , 60 μαθητάδες και καμιά 150 βοηθοί να μη μπορούν να κάνουν κάτι καλύτερο υπάρχει μεγάλη απόσταση. Αμ κι αυτός ο πρωτομάστορας;
Ρε παλικάρια σφάξτε κανένα κόκκορα, ξέρω κι εγώ. Τόσα πρόβατα κατσίκια και γελάδια έχει η Άρτα. Τη γυναίκα του Πρωτομάστορα θυσιάσατε που ήταν και και μια από τις πιο ωραίες γυναίκες της εποχής; Ε όχι..

Ξεφτίλα Μαστόρια!

Pablo Picasso. Ο αρχιμάστορας!


"Δώστε μου ένα μουσείο και θα το γεμίσω"

Σε αυτό το σημείο σας παρακαλώ πολύ να κρατήσουμε ενός λεπτού σιγή, γιατί θα μιλήσουμε για τον αρχιμάστορα. Ο μαστροπάμπλο ήτανε μάστορας σε όλα του. Και πως να μην είναι;
Ζωγράφος, γλύπτης, χαράκτης, σκηνογράφος,κεραμίστας, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, φωτογράφος, χώρια που τα υδραυλικά στα σπίτια του τα έφτιαχνε μόνος του και δεν είχε και λίγα. Με οκτώ γυναίκες έζησε ο μάστορας και όλες τους καλλιτέχνιδες. (Μου λείπει μια ζωγράφος και μια φοιτήτρια σε σχολή τέχνης για να πιάσω το ρεκόρ του, όχι απαραίτητα ταυτόχρονα!) Όμως αυτό το ρεκόρ του που δεν πλησιάζεται με τίποτε, είναι τα 250000 έργα του. Ο Πάμπλο δούλευε μανιωδώς σχεδόν 80 χρόνια μέχρι τα 91 του, λες και με τα έργα του ξόρκιζε το θάνατο, λες και είχε βρει το ελιξήριο που τον κρατούσε νεο και δημιουργικό.

Πανάξιος Μάστορα!

Κυριακή, Αυγούστου 27, 2006

Αισχύλος ! Ο μάστορας της τραγωδίας, πολέμησε στο Μαραθώνα!


«Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν»


Βρισκόμαστε στο 490 π.χ. οι Πέρσες έχουν εκστρατεύσει με μεγάλο στόλο εναντίον των ελληνικών πόλεων με αφορμή την βοήθεια που είχαν προσφέρει νωρίτερα οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς στις πόλεις της Ιωνίας, στην προσπάθεια τους να αποτινάξουν τον Περσικό ζυγό. Ο αντικειμενικός στόχος των στρατηγών Δάτι και Αρταφέρνη που διοικούν τον Περσικό στρατό είναι η κατάληψη όλων των ελληνικών πόλεων.Οι Αθηναίοι συνειδητοποιούν τον κίνδυνο και στρατοπεδεύουν πάνδημοι στον Μαραθώνα που έχει σταθμεύσει ο περσικός στόλος. 10000 Αθηναίοι πολίτες μερικοί δούλοι, μερικοί μέτοικοι, καθώς και 1000 Πλαταιείς. Οι Αθηναίοι έχουν στείλει αντιπροσωπεία στην Σπάρτη να εξηγήσει το επείγον της κατάστασης ώστε να στείλουν βοήθεια. Οι Σπαρτιάτες καιροσκόποι καθώς ήταν κάνουν την πάπια. Κάτι τα σφαχτά δεν βγήκανε καλά, κάτι χθες μας χάλασε το στομάχι ο μέλανας ζωμός, αφήνουν τους Αθηναίους να βγάλουν μόνοι τους το φίδι από την τρύπα.Οι Αθηναίοι όμως δεν μασάνε. Το κουβεντιάζουν από εδώ, το κουβεντιάζουν από εκεί, βρίσκουν πιο μυαλωμένο για την περίσταση τον Μιλτιάδη που είναι ένας από τους 10 στρατηγούς. Έτσι όλοι οι υπόλοιποι στρατηγοί παραιτούνται της καθημερινής αρχιστρατηγίας τους μη τυχόν γίνει η μάχη με άλλο άλλον αρχιστράτηγο. Όμως ο Μιλτιάδης περιμένει τη δική του αρχιστρατηγία...ξέρει ότι χρόνος δουλεύει υπέρ του. Οι Αθηναίοι είναι έτοιμοι να μασήσουν σίδερα, είναι καλύτερα εκπαιδευμένοι, καλύτερα οπλισμένοι και το σημαντικότερο ξέρουν γιατί πολεμάνε. Και η μέρα φτάνει! Ο Μιλτιάδης ενισχύει τα άκρα της φάλαγγας και αδυνατίζει το κέντρο. Ένα πολύ ριψοκίνδυνο στρατήγημα σε σχέση με τις δυνάμεις που διέθετε. Οι Αθηναίοι ξεχύνονται με αλαλαγμούς στον κάμπο του Μαραθώνα και διασπούν με την ορμή τους την παράταξη των Περσών. Μόνο το αδύναμο κέντρο τα βρίσκει σκούρα και φαίνεται να υπαναχωρεί. Όμως τα άκρα κλείνουν σαν τανάλια τον περσικό στρατό και τον περικυκλώνουν. Αρχίζει το μακελειό. Οι Αθηναίοι πολεμάνε σε μια διονυσιακή ατμόσφαιρα, σφάζουν, μεθάνε από τη μυρουδιά του αίματος, η ορμή τους δεν σταματάει με τίποτε, κυνηγούν τους πέρσες μέχρι τα καράβια τους που επιβιβάζονται άρον άρον για να σωθούν. Αρπάζουν τα πλοία με γάντζους, με τα χέρια, με τα δόντια, να μη γλυτώσει ούτε ένας πέρσης. Η μανία των Αθηναίων σταματάει όταν έχει απομακρυνθεί και το τελευταίο πλοίο από την ακτή. Η νίκη είναι σαρωτική. Αλλά τίποτε δεν έχει τελειώσει ακόμη. 192 Αθηναίοι σκοτώθηκαν, οι νεκροί πέρσες είναι χιλιάδες. Το Άστυ είναι ανυπεράσπιστο, μια μικρή φρουρά μένει στον Μαραθώνα και όλοι οι υπόλοιποι σπεύδουν στην Αθήνα. Μόλις ξεπροβάλλει ο περσικός στόλος είναι παραταγμένοι στο Φάληρο με τις ασπίδες τους να γυαλίζουν κάτω από τον Αττικό ήλιο. Οι Πέρσες στρατηγοί δεν αντέχουν της σκέψη μιας ακόμη αναμέτρησης με αυτούς του μανιασμένους πολεμιστές. Τα μαζεύουν και φεύγουν. Τα διδάγματα του Μαραθώνα είναι πολλά. Πολλές και οι μαστοριές. Πρώτη φορά δούλοι πολέμησαν σε μάχη εθελοντικά, προτιμώντας να είναι δούλοι στην Αθήνα παρά στην Περσία. Πρώτη φορά στρατός επιτέθηκε πρώτος εναντίων του αήττητου περσικού στρατού και τόσο έκανε εντύπωση στους Πέρσες που είχαν μείνει άναυδοι να βλέπουν τους Αθηναίους να διασχίζουν τρέχοντας και φωνάζοντας τα οχτώ στάδια απόσταση που χώριζαν τα δυο στρατόπεδα. Μεγάλη και η μαστοριά του Μιλτιάδη. 'Όμως εδώ κρατάω μόνο μια μαστοριά, αυτή του Αισχύλου. Ο Αισχύλος παρόλη τη φήμη που αποκτάει με τις τραγωδίες του, διαλέγει για τον τάφο του ένα απλό επίγραμμα. "Πολέμησε στον Μαραθώνα". Αυτός, ένας από τους σημαντικότερους ποιητές όλων των εποχών! "Πολέμησε στο Μαραθώνα" σαν ένας απλός Αθηναίος οπλίτης και αυτό θεωρεί το σημαντικότερο του επίτευγμα!

Άξιος Μάστορα!

Νίκος Καββαδίας. Ο μάστορας του στίχου!



Ο Νίκος Καββαδίας ήταν μάστορας του στίχου από μικρός. Στο σχολείο ακόμα έβγαζε μόνος του ένα περιοδικό το “Σχολικό Σάτυρο”. Όλα τα ποιήματα του είναι γεμάτα μαστοριά αλλά σήμερα θα σας γράψω για ένα ποίημα απάντηση στον ποιητή Καίσαρ Εμμανουήλ. Δεν ξέρω τι έκανε τον Μαστρονίκο να γράψει αυτό το τόσο εμπνευσμένο ποίημα. Η ελληνική ποίηση της εποχής του μεσοπολέμου και όχι μόνο, είναι γεμάτη από Καίσαρες,αλλά ήταν αρκετό αυτό;
Να έφταιγε η υποδοχή των ποιημάτων του Καββαδία που μούδιασαν τους φιλολογικούς κύκλους της εποχής; Γράφτηκαν απείρου κάλλους παπαριές από διανοούμενους της αριστεράς μέχρι τα επίσημα λογοτεχνικά σαλόνια.
Έτσι τι έμεινε για τον 23χρονο Μαραμπού; Δυο τρία καλά λόγια που έγραψαν ο Φώτος Πολίτης και ο Κώστας Βάρναλης και ο θαυμασμός από μερικές φιλότεχνες δεσποινίδες, εκκολαπτόμενες ποιήτριες, που σίγουρα τις καύλωσε η εξωτική στιχουργική του Καββαδία.
Ίσως πάλι να έφταιξε ότι κάποιος είχε τολμήσει να γράψει ότι έμοιαζε η ποίηση του Καββαδία και του Εμμανουήλ. Γεγονός είναι ότι ο Καββαδίας με αυτό το ποίημα του παρέδωσε στην αθανασία τον τυχερό Καίσαρα που αλλιώς δεν θα τον ήξερε κανείς.
Ο Καίσαρας λοιπόν κάπου ανάμεσα στους απαισιόδοξους στίχους του είχε γράψει κάπου “ Φαίνεται πια πως τίποτα - τίποτα δεν μας σώζει..." και από αυτό ορμώμενος ο Καββαδίας του απαντά.


ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙΣΑΡΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
«Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…»
ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει.

Κάτι που πάντα βρίσκεται σ’ αιώνια εναλλαγή,
κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,
και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.

Κάτι που θα ‘κανε γοργά να φύγει το κοράκι,
που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά.
να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του,
προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά.

Κάτι που θα’ κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια,
που αβρές μαθήτριες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί,
χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν
με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ.

Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει.
Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ… Σκεφτήτε… Εγώ.
Ένα καράβι… Να σας πάρει, Καίσαρ… Να μας πάρει…
Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ’ οδηγώ.

Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε.
Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν,
τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε,
κι’ οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν.

Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν,
οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες
κι’ εγώ σ’ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα
σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες.

Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε
παράξενες στη γέφυρα ιστορίες,
γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα
γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες.

Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε,
τους φάρους θε ν’ ακούγαμε να κλαίνε
και τα καράβια αθέατα θα τ’ ακούγαμε,
περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε.

Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε,
κι’ ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει.
εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε,
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ.

Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος,
– μιά γριά σ’ ένα πολύβουο καφενείο –
μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε,
κι’ ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο.

Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια
στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει
γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα,
θα δήτε – ίσως – τη Γκρέτα να επιστρέψει.

Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα,
κι’ από πεζό χωμάτινο ένα μνήμα,
δε θα ‘ναι ποιητικώτερο και πι’ όμορφο,
ο διάφεγγος βυθός και τ’ άγριο κύμα;

Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα,
λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη»,
που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε,
γελώντας και κουνώντας το κεφάλι.

Η μόνη μου παράκληση όμως θα ‘τανε,
τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε.
Κι’ όπως εγώ για έν’ αδερφό εδεήθηκα,
για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.

Άξιος Μάστορα!!!

(Τολμάω να κάνω Post και ένα ποίημα του Καίσαρα για να σας φτιάξω!)

Έκλυτη, ένα γρανίτινον όραμα


Έκλυτη, ένα γρανίτινον όραμα, είναι πλασμένη

για των αισθήσεων τις μακρές, δεινές επιληψίες.

Όταν την κόμη λύνοντας, μια άναστρη νύκτα απλώνει

στους ουρανούς τους πολικούς βαθύγηρων κατόπτρων,

λάμπει, μαστίγιο πύρινο των ληθαργούντων πόθων,

επίφοβη σα βάραθρο κι ωραία σαν αμαρτία.

Δεν είναι πλάσμα των φθαρτών, κρυστάλλινων ερώτων.

μιας λυρικής παραφοράς η φλόγα η θαλασσιά:

Σφίγγα ορειχάλκινη, είδωλο μιας σκοτεινής μαγείας,

για τις σκληρές προορίζεται των Ασιανών λατρείες,

για τους μοιραίους, υστερικούς φετιχισμούς των Μαύρων.

Giacomo Girolamo Casanova. Ο μάστορας του Έρωτα!


"Αισθανόμουν γεννημένος για το άλλο φύλλο. Για αυτό και πάντοτε το αγάπησα και όσο μου ήταν δυνατό φρόντισα να με αγαπήσει κι αυτό."

Ένα blog για τη μαστοριά δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει παρά μόνο με τον αρχιμάστορα του έρωτα. Ο Τζιάκομο Καζανόβα αιώνιος έφηβος μέχρι τα 73 του χρόνια που άφησε τον όμορφο τούτο κόσμο, μετά απο 132 ερωμένες, (το εντυπωσιακό δεν είναι το νούμερο, αλλά το ότι όλες τις ερωτεύτηκε, είπαμε μάστορας ο άνθρωπος!) αποσύρεται σε μια ταπεινή δουλειά βιβλιοθηκάριου και γράφει τα απομνημονεύματα του. Η φαντασία μπλέκεται με την πραγματικότητα μιας πολυτάραχης ζωής και δίνει υλικό στον κινηματογράφο να προσπαθήσει να αναπαραστήσει κάτι από τις αναζητήσεις του αιώνιου εραστή. Αρκετές ταινίες και αντίστοιχα οι πρωταγωνιστές που τον ενσαρκώνουν. Ροδόλφο Βαλεντίνο, Ντόναλτ Σάδερλαντ, Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι, Αλλέν Ντελόν...χωρίς κανείς τους ποτέ να μπορέσει να συλλάβει πλήρως την τραγικότητα του Άντρα που λάτρεψε τις γυναίκες όσο κανείς άλλος.

Άξιος μάστορα!!!